της Ειρήνης Αβραμοπούλου (Επίκουρη Καθηγήτρια Τμ. Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο) & της Ελένης Παπαγαρουφάλη (Ομότιμη Καθηγήτρια, Τμ. Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο)
Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος Συν-αισθηματικά τοπία φροντίδας: Έμφυλη βία και ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.)¹ στόχος μας ήταν να εξετάσουμε τις πολλαπλές μορφές που πήρε η έμφυλη βία κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πολύ γρήγορα όμως βρεθήκαμε μπροστά σε ένα “πυκνό πεδίο” πολλαπλών πληροφοριών: από τις δράσεις και τις εκθέσεις των οργανώσεων και τις στατιστικές που δημοσιεύουν, έως τις συζητήσεις για την έμφυλη βία στα κοινωνικά δίκτυα και στα μέσα ενημέρωσης, τον καταιγισμό “ειδήσεων” για τις γυναικοκτονίες, τις μαρτυρίες σεξουαλικής κακοποίησης/παραβίασης κτλ. Αυτή η πυκνή διάχυση πληροφοριών περί έμφυλης βίας στην κοινωνία δημιουργεί μια “ατμόσφαιρα γνώσης”, που πολλές φορές φτάνει να προκαλεί και ηθικό πανικό, ενώ την ίδια στιγμή φαίνεται ότι στην ουσία γνωρίζουμε λίγα ή όχι αρκετά για το τι απήχηση έχει και τι συνέπειες παράγει αυτή η γνώση (βλ. το “σοκ” που προκαλούν αυτές οι ειδήσεις, το ποιος/α διαβάζει τις αναφορές των οργανώσεων, τι απήχηση έχουν σε επίπεδο πολιτικής κτλ.). Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι ενώ οι κρατικοί φορείς κατά την περίοδο της πανδημίας “επιβράβευαν” την ανθεκτικότητα ενός πληθυσμού που λύγιζε μπροστά στα μέτρα ασφάλειας και την ασφαλειοποίηση, ταυτόχρονα ήταν η ίδια η έμφυλη βία που παρέμενε και συνεχίζει να παραμένει πιο ανθεκτική από ποτέ (βλ. Avramopoulou 2022).
Διερωτηθήκαμε, λοιπόν, τι είναι αυτό που θα θέλαμε να γνωρίζουμε για την έμφυλη βία, αλλά και πιο καίρια για το “τι κάνει αυτή η γνώση”. Ή όπως εύστοχα το θέτει η θεωρητικός κριτικής θεωρίας, σπουδών φύλου και κουήρ θεωρίας, Eve Kosofsky Sedgwick, “Τι κάνει η γνώση –η αναζήτησή της, το να την έχεις και να την εκθέτεις, το να υποδέχεσαι ξανά μία γνώση γι’ αυτό που κάποιος/α ήδη ξέρει;” (2003: 124, παραπομπή στο Αβραμοπούλου 2018: 38).
Τα ερωτήματα αυτά βρίσκονται και στην καρδιά της κριτικής δημόσιας ανθρωπολογίας όταν μας προσκαλεί να φανταστούμε ή να ξανα-γνωρίσουμε το “δημόσιο”, μετά την κριτική για την διάκριση δημόσιου και ιδιωτικού χώρου που οι φεμινιστικές σπουδές έχουν αναδείξει χρόνια τώρα, και πέρα από τις κανονιστικές περιχαρακώσεις της πολιτικής των ταυτοτήτων και της “εύκολης” αναγνώρισης θύτη/θύματος που οι φεμινιστικές και κουήρ σπουδές έχουν εμβληματικά αναλύσει. Αναρωτηθήκαμε, επομένως, σχετικά με το τι μπορεί να καταστεί “δημόσιο” και τι όχι; Και πώς μπορούμε να (ανα)γνωρίσουμε το “δημόσιο” όταν αυτό έχει μετατραπεί σε μια “ατμόσφαιρα” πένθους για πολλ@; Ή, πώς κάποιες εμπειρίες μας γίνονται δημόσιες και ταυτόχρονα μετατρέπονται σε ακόμα πιο ιδιωτικές; Πώς αλλάζει η σχέση μας με τον δημόσιο χώρο μέσα από αυτές και πώς συνεχίζει να αποτελεί ένα διακύβευμα για δράση, κινητοποίηση και παρέμβαση;
Βάλαμε την εικόνα ενός αυτιού στον λογότυπό μας, θέλοντας να δηλώσουμε ότι μας απασχολεί όχι μόνο το να “ακουστούν” δημόσια οι εμπειρίες έμφυλης βίας, οι επιθυμίες, τα όνειρα και οι προσδοκίες των όσων επέζησαν της βίας, αλλά και το “πώς”, με ποιους τρόπους, μπορεί να ακουστούν, ερώτημα το οποίο έχει άμεση σχέση με “ερωτήματα που αφορούν το πώς ακούμε και πώς παρεμβαίνουμε στις κατεστημένες οριοθετήσεις αυτού που είναι δυνατόν να ακουστεί“, όπως έχει τονίσει η Αθηνά Αθανασίου (2016: 156).
Κρίναμε ότι, εκτός από δημόσιες ομιλίες μας σε χώρους εντός/εκτός παν/μίου, ένας τέτοιος τρόπος είναι και η παραγωγή των τεσσάρων ηχητικών “επεισοδίων”, που θα είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό μέσω της ιστοσελίδας μας (https://covcare.gr)². Ελπίζουμε ότι αυτό το αναπαραστατικό μέσο δεν θα αναπαραγάγει στερεότυπα θυματοποίησης, άρα δεν θα επανατραυματίσει τα εμπλεκόμενα υποκείμενα. Κι αυτό γιατί, ενώ στηρίζεται σε αφηγήσεις που έχουν επινοήσει τα ίδια τα εμπλεκόμενα υποκείμενα στη διάρκεια των συνομιλιών μας, τις επαν-επινοεί, μέσω της μυθοπλαστικής δραματοποίησής τους: τις αποσυνδέει, δηλαδή, από εκείνα τα υποκείμενα, που στις στερεοτυπικές δημόσιες συζητήσεις παρουσιάζονται ως ‘περιπτώσεις’ δήθεν ξεχωριστές ή ιδιαίτερες από τους υπόλοιπους πολίτες, και τις μετα-αφηγείται, ‘μετα-φέροντάς’ τες σε νέο πλαίσιο, στη δραματοποιημένη δομική-καθημερινή βία που υφιστάμεθα όλες/οι/α. Με άλλα λόγια, συνταχθήκαμε με τη θέση όσων ανθρωπολόγων υποστηρίζουν ότι όταν παρεμβαίνουμε δημόσια σε θέματα αιχμής, όπως η έμφυλη βία, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικές να μην παρουσιάζουμε τα άτομα που την υφίστανται ως “το ‘πρόβλημα’” μιας κοινωνίας (ενώ συμβαίνει το αντίθετο).
Υποθέτουμε ότι αυτή η εκ μέρους μας αναστοχαστική διαχείριση του εθνογραφικού υλικού και η σκηνοθετημένη ανανοηματοδότησή του σε ένα ηχητικό-ακουστικό πλαίσιο παρουσίασης, καταρχάς θα αναδείξει σε κάποιο βαθμό το πώς ακούσαμε κι εμείς οι ίδιες τις συνομιλήτριές μας. Εξάλλου, και η ίδια η διαδικασία της “συνέντευξης”, πέρα από μια διαδικασία αναζήτησης στοιχείων ή πληροφοριών, παραμένει κυρίως μια “σωματική επικοινωνία των συνομιλητριών και πολλών άλλων” ή μια πολυαισθητηριακή και συναισθηματική “χειρονομία” εμπλοκής μας στον κόσμο (Παπαγαρουφάλη 2002). Πιο απλά, κάθε προσωπική ιστορία/εμπειρία είναι μια στιγμή συμπύκνωσης πολλών και διαφορετικών πραγμάτων και προσώπων, όπως και της επαναλαμβανόμενης ερμηνείας αυτών και άλλων ρόλων που ενσαρκώνουμε καθημερινά. Επίσης, ελπίζουμε ότι αυτό το ηχητικό μέσο θα φέρει στο προσκήνιο τα “συν-αισθηματικά τοπία φροντίδας”, τους “χώρους” δηλαδή όπου η βιωμένη και βιούμενη έμφυλη βία διαπλέκεται με την πολιτική και τη συν-αισθηματική οικονομία της (θεσμικής και μη) φροντίδας και επομένως θα δείξει, σε κάποιο βαθμό πάλι, το πώς, γενικότερα με την έρευνά μας, θέλουμε να παρέμβουμε παραγωγικά στις κατεστημένες οριοθετήσεις αυτού που είναι δυνατόν να ακουστεί.
Ταυτόχρονα, αποφασίσαμε να μετατρέψουμε το σενάριο των podcasts σε μία θεατρική παράσταση³ όπου μία ηθοποιός ενσάρκωσε (μονο)λόγους γυναικών που συνδέονται με το πυκνό πεδίο της έμφυλης βίας. Οι υποδυόμενοι ρόλοι είναι τόσο φανταστικοί όσο και πραγματικοί, ενώ αποτελούν ουσιαστικά «φιγούρες πολιτικής» και όχι παγιωμένες και ουσιοποιημένες ταυτότητες. Η κοινωνική λειτουργός, η διαμεσολαβήτρια, η ψυχολόγος, η μητέρα, η ομότιμη, η ακτιβίστρια, η δικηγορίνα μιλούν για το τραύμα σε ένα σκηνικό αναμονής. Ένα τραύμα που δεν εμφανίζεται ως μια ψυχολογική διεργασία ή μια σωματική πληγή, αλλά αποτελεί ένα πολιτικό διακύβευμα.
Στόχος μας ήταν να αναδείξουμε ότι τα συν-αισθηματικά τοπία αφορούν τις «ατμόσφαιρες» εκείνες που δημιουργούνται ατομικά και συλλογικά και που συνδιαμορφώνουν το δημόσιο χώρο ως ένα χώρο πολιτικής αναμέτρησης με τις αδικίες που αυτός παράγει καθημερινά. Υιοθετώντας το σύνθημα «είμαστε γεμάτα στ-οργή» που η άγρια δημόσια δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου ανέδειξε και που αντήχησε ταυτόχρονα και στις πορείες διαμαρτυρίας για την Ελένη Τοπαλούδη, όπως και σε άλλες περιπτώσεις γυναικοκτονιών, στο θεατρικό αυτό έργο η φροντίδα διαπλέκεται με την οργή που δημιουργεί η καθημερινή αναπαραγωγή της αδικίας των θανάτων εκείνων που στοιχειώνουν τον δημόσιο χώρο, ενώ η αναζήτηση της κοινωνικής δικαίωσης βρίσκεται διαρκώς σε εκκρεμότητα.
Τελικά, η “απ-ήχηση” που θέλουμε να έχουμε μέσω αυτών των αναπαραστατικών μέσων αναμετριέται με την επιτακτικότητα της παρούσας συνθήκης να ξαναδοκιμαστούμε μέσα από έννοιες δύσκολες και μέσα σε ένα πεδίο που μας προ(σ)καλεί διαρκώς να δημιουργήσουμε ρωγμές σε αυτά που ήδη ξέρουμε, και όχι να ανατρέξουμε στην αντικειμενικότητα και την “αυθεντία” γνώσης. Και όλο αυτό χρειάζεται πολύ μόχθο και εφίδρωση με δύσκολες θεωρητικές έννοιες, όπως εύστοχα έχει επισημάνει η Σάρα Άχμεντ (2018). Εξάλλου, η κριτική διηγηματοπλασία, όπως τελικά θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε την παραγωγή των ηχητικών μυθοπλαστικών ντοκιμαντέρ και της θεατρικής παράστασης, ακολουθώντας την Saidiya Hartman (2020), έχει να κάνει περισσότερο με τη συγκρότηση ενός μελλοντικού αρχείου (από την παρούσα κρίσιμη συγκυρία) που είναι τόσο δυνατό, όσο και αδύνατο ή αδιανόητο να παραχθεί εξαιτίας της ιστορικότητας της βίας που το συνοδεύει.
¹Το ερευνητικό πρόγραμμα «Συν-αισθηματικά τοπία φροντίδας: Έμφυλη βία και ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19» πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση από το ΕΛΙΔΕΚ (Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας), στο πλαίσιο της 4ης Προκήρυξης της Δράσης «Επιστήμη και Κοινωνία», Εμβληματική Δράση με τίτλο «Παρεμβάσεις προς αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19», με συνεργαζόμενο φορέα το Κέντρο Διοτίμα και στεγάστηκε στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πάντειον Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Για περισσότερες πληροφορίες: https://covcare.gr/
²Το σενάριο των τριών επεισοδίων είναι βασισμένο στην έρευνα της ομάδας CovCare και πιο συγκεκριμένα στις συνεντεύξεις των Ειρήνη Αβραμοπούλου, Σύνθια Μαλακάση, Νατάσα Τσάκωνα. Σενάριο: Βασιλική Λαζαρίδου. Επιμέλεια σεναρίου: Ειρήνη Αβραμοπούλου, Σύνθια Μαλακάση, Ελένη Παπαγαρουφάλη, Νατάσα Τσάκωνα. Σκηνοθετική επιμέλεια: Βασιλική Λαζαρίδου. Κείμενο – αφήγηση special επεισοδίου: Μαρινίκη Αλεβιζοπούλου. Επιστημονική επιμέλεια: Ειρήνη Αβραμοπούλου, Ελένη Παπαγαρουφάλη. Ακούγονται οι ηθοποιοί: Μαρία Γκιώνη, Φιλία Κανελλοπούλου, Ειρήνη Μαργαρίτη, Έλενα Πολυγένη. Ηχογράφηση – παραγωγή επεισοδίων: Χρήστος Μπρίτο, Studio Aux.
³Σχετικά με τις/τους συντελέστριες/στές της παράστασης: Σκηνοθεσία/Δραματουργική επεξεργασία: Σοφία Κορώνη. Κείμενο: Βάσω Λαζαρίδου. Επιστημονική Επιμέλεια: Ειρήνη Αβραμοπούλου. Σκηνική – ενδυματολογική σύνθεση: Σοφία Κορώνη–Ειρήνη Μαργαρίτη. Μουσικές επιλογές: Σοφία Κορώνη. Σχεδιασμός φωτισμού: Δημήτρης Κουτάς. Κινησιολογική επιμέλεια: Γιώργος Ανδρουλάκης. Φωτογραφία: Γιώργος Λαθύρης. Graphic designer: Γιάννης Ρουμπάνης Sugahtank. Χειρισμός κονσόλας: Ελένη Καβούκη. Στην παράσταση ακούγονται: Στίχοι της Γλυκερίας Μπασδέκη από το θεατρικό έργο “Οι κόρες.” Ηχητικό ντοκιμαντέρ – podcast σε κείμενο και αφήγηση της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου. Παίζει: η Ειρήνη Μαργαρίτη. Χρηματοδότηση: ΕΛΙΔΕΚ (Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας) σε συμπαραγωγή με την ΑΜΚΕ «Κόσμοι από γάλα». Πρώην ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΠΛΥΦΑ, Κορυτσάς 39, Αθήνα 104 47. Πέμπτη 6 Ιουλίου και Παρασκευή 7 Ιουλίου στις 9.00 μ.μ.
Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία:
Αβραμοπούλου, Ειρήνη. 2018. «Εισαγωγή. Πολιτικές Εγγραφές του Συν-αισθήματος», στο Ειρήνη Αβραμοπούλου (επιμ.), Το Συν-αίσθημα στο Πολιτικό: Υποκειμενικότητες, Εξουσίες, Ανισότητες στο Σύγχρονο Κόσμο. Εκδόσεις Νήσος, Αθήνα. Σελ. 9-66.
Αθανασίου, Αθηνά. 2016. «Μετααποικιακή Κριτική στις Σπουδές Φύλου: Παρεμβαίνοντας σε αυτό που είναι δυνατό να ακουστεί», στο Αθηνά Αθανασίου, Μίνα Καραβαντά, Ιωάννα Λαλιώτου, Πηνελόπη Παπαηλία (επιμ.) Αποδομώντας την Αυτοκρατορία. Θεωρία και πολιτική της μετααποικιακής κριτικής. Εκδόσεις Νήσος, Αθήνα. Σελ. 129-161.
Άχμεντ, Σάρα. 2018. «Αλλάζοντας χέρια: Μερικές σκέψεις για το Sex, Gender and Society της Ann Oakley». Μετάφραση Ουρανία (Ουρανός) Τσιάκαλου. Φεμινιστιqά, Τεύχος 1.
Παπαγαρουφάλη, Ελένη. 2002. «Η συνέντευξη ως σωματική επικοινωνία των συνομιλητών και πολλών άλλων». Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών 107, Α’: 29-46. Ειδικό τεύχος με τίτλο «Όψεις της Προφορικής Ιστορίας στην Ελλάδα».
Αγγλόφωνη Βιβλιογραφία:
Avramopoulou, Eirini. 2022. “Four reasons why care fails and gender – based violence remains resilient in a ‘crisis’ context”. European Feminist Platform. Διαθέσιμο στο https://eu.boell.org/en/2022/01/25/four-reasons-why-care-fails-and-gender-based-violence-remains-resilient-crisis-context
Hartman, Saidiya. 2020 [2008]. Η Αφροδίτη σε δύο πράξεις. Μετάφραση Αλέξης Ιωαννίδης και Γιώργος Προδρόμου. Τοποβόρος εκδόσεις εξαρχείων, Αθήνα.
Sedgwick, Eve Kosofsky. 2003. Touching feeling: affect, pedagogy, performativity. Duke University Press, Ντάραμ και Λονδίνο.
rateio curso stf
I?¦ve been exploring for a bit for any high quality articles or blog posts in this kind of space . Exploring in Yahoo I ultimately stumbled upon this web site. Studying this information So i?¦m glad to convey that I have an incredibly just right uncanny feeling I discovered exactly what I needed. I such a lot indubitably will make certain to don?¦t overlook this site and give it a glance on a constant basis.